ἱκέτευ' — ἱ̱κέτευε , ἱκετεύω approach as a suppliant imperf ind act 3rd sg ἱκέτευε , ἱκετεύω approach as a suppliant pres imperat act 2nd sg ἱ̱κέτευαι , ἱκετεύω approach as a suppliant perf ind mp 2nd sg (epic) ἱκέτευε , ἱκετεύω approach as a suppliant… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Наннак — или Аннак (др. греч. Νάννακος/Άννακός) легендарный царь Фригии, правивший до Девкалиона. Наннак, живший у Таврских гор в самом восточном фригийском городе Куванна, позднее названном греками Иконион, предвидел Девкалионов потоп, поэтому… … Википедия
αιδώς — Τεχνητή θεότητα, που την επινόησαν οι πρώτοι φιλόσοφοι, προσωποποίηση της συστολής και της ντροπής. Ήταν μια από τις Ώρες και είχε μητέρα τη Θέμιδα και αδελφές την Ευνομία, τη Δίκη, την Ειρήνη, τη Νέμεση κλπ. Ήταν μητέρα της Σωφροσύνης, τροφός… … Dictionary of Greek
προσπίπτω — ΝΜΑ 1. πέφτω πάνω σε κάποιον ή κάτι, προσκρούω 2. υποπίπτω στην αντίληψη κάποιου 3. προσπέφτω («προσπεσὼν δ αὐτῷ... ἱκέτευε», Πλάτ.) αρχ. 1. πέφτω στην αγκαλιά κάποιου, τόν αγκαλιάζω 2. ασχολούμαι με κάτι με προσοχή και αφοσίωση 3. συναντώ… … Dictionary of Greek
φίλιππος — I Όνομα 5 βασιλιάδων της Μακεδονίας. 1. Φ. A’. Γιος του Αργαίου και πατέρας του Αερόπου, τρίτος ή έκτος βασιλιάς της Μακεδονίας. Βασίλεψε από το 621 έως το 588 π.Χ., και έπεσε πολεμώντας εναντίον των Ιλλυριών. 2. Φ. B’. Πατέρας του Μεγάλου… … Dictionary of Greek
φιλτροποιός — όν, Α 1. αυτός που παρασκευάζει φίλτρα («ὁ ἐραστὴς τὸν φιλτροποιὸν ἱκέτευε πάλιν κατ ἐκείνης ἀνακινήσαι τὰς ἴυγγας», Αρισταίν.) 2. αυτός που επενεργεί ως φίλτρο. [ΕΤΥΜΟΛ. < φίλτρον + ποιός*] … Dictionary of Greek